Λίγα λόγια για το όνομα του blog.

Κάποτε, στα αρχαία χρόνια, τότε που ο μύθος μπλεκόταν με το αληθινό κι οι άνθρωποι ζούσαν στην ίδια διάσταση με ήρωες και θεούς, Tιτάνες και αθανάτους, Πήγασους και Μέδουσες, Νύμφες και Κενταύρους, ζούσε ένας βασιλιάς, ο πιο αρχαίος βασιλιάς του Άργους, ο Ίναχος. Ο Ίναχος είχε μια κόρη, την Ιώ. Μια πανέμορφη κοπέλα, που όλοι για την ομορφιά της την αποκαλούσαν Καλλιθύεσσα, Καλλιθυία και Καλλιθόη. Όμορφη στη θέα, λοιπόν, η αρχαία πριγκίπισσα… Καλλιθόη…


Μια όμορφη θέα σε στιγμές, σε σκέψεις, σε αισθήματα, στη ζωή, την πάντα δυσνόητη, την άλλοτε σκοτεινή κι άλλοτε γεμάτη λάμψη, θα ‘θελα κι εγώ να προσφέρω μέσα από το μικρό αυτό παραθυράκι, σε όσους τυχαία ή επίτηδες κοιτάξουν από αυτό… Ελπίζω να τα καταφέρω...Και κάπως έτσι, ζήτησα από την αρχαία Ιώ, να μου δανείσει το όνομα "Καλλιθόη"… Καλώς ήρθατε…


Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Βόλτα στο Χρόνο...



             Αργά σήμερα το μεσημέρι, επέστρεψα ζαλισμένη από ένα Υπουργείο, με την τρελή παρόρμηση να γυρίσω πίσω στο χρόνο, να γίνω ένα με τη φύση...
Φόρεσα σορτς, t-shirt και αρχαιοελληνικά πέδιλα και τράβηξα για την παραλία, όπου είχε μια γλυκιά ζέστη, ελάχιστους πεζοπόρους και κολυμβητές, κι ένα αεράκι ήσυχο, αλλά αρκετό για να κάνει μαθήματα μια σχολή σέρφινγκ, και τα πανιά να διασχίζουν τον ορίζοντα χαρωπά..
Πριν περάσω το εκκλησάκι της Αγίας Κυριακής πάνω στον παραθαλάσσιο πεζόδρομο που οδηγεί στον Μαραθώνα, η πόρτα του αρχαιολογικού χώρου ήταν ορθάνοιχτη, και τρύπωσα με τα σανδάλια στο μικρό και ζεστό έλος, πάνω στο οποίο βρίσκονταν απομεινάρια των ρωμαϊκών-ελληνιστικών χρόνων...Όλοι οι αιώνες ήταν εκεί..Δεν έλειπε κανένας... Και φόντο, το ζεστό, ελληνικό φθινοπωρινό απομεσήμερο και μερικά σύννεφα διάσπαρτα...Γρατζουνίστηκα λίγο απ' τα καλάμια, αλλά δε μ’ ένοιαξε.. Η λατρεία μου για ό,τι ψιθυρίζει "παρελθόν" είναι τόσο μεγάλη, που ξεπερνά αυτό που είμαι σήμερα, με τα καλά και τα άσχημά μου, και με κάνει να νιώθω απόλυτα χωρίς ταυτότητα, απλά ένας ταξιδευτής του Χρόνου, ένα με το χώρο και τους χρόνους, που περνούν και χάνονται...Για εκείνες τις στιγμές, νιώθω αιώνιος κι αγέραστος παρατηρητής, σαν να μου έκανε τη χάρη η μοίρα η Λάχεση και μ’ άφησε να ταξιδεύω…
         Οι αρχαίοι προσκυνητές του Ιερού των Αιγυπτίων Θεών, αχνές παρελθοντικές παρουσίες, κρατούσαν στα χέρια αναθήματα και λογιών άλλες προσφορές για το προσκύνημά τους, και μπλέκονταν και πλέκονταν με τους σημερινούς τουρίστες…. Δεν ξέρω αν κάποιος άλλος τους έβλεπε εκτός από εμένα, αλλά ήταν εκεί και οι χιτώνες τους ανέμιζαν στο φθινοπωριάτικο αεράκι, καθώς η προσκυνηματική πομπή μπαινόβγαινε από τις πύλες του Ιερού… Το ποτάμι τριγύρω σώπαινε, ξέροντας αιώνια μυστικά, που δεν ομολογεί σε κανέναν…
Κάθισα στο απομεινάρι από μαρμάρινο δάπεδο, που κοσμούσε κάποτε ένα ρωμαϊκό λουτρό που βρισκόταν πλάι στο ιερό, και κοίταξα τη μορφή της θεάς Ίσιδος στο χώρο… Αριστερά μου, κρατούσε στάχυα ως ελληνίδα θεά Δήμητρα, κι ευθεία μου, κρατούσε άνθη ως θεά Αφροδίτη… Σώπαινε κι εκείνη, σαν το ποτάμι… Ίσως να μη μπορούσε να πει πολλά με μια θνητή… Αλλιώτικοι οι κόσμοι μας…
Η ώρα περνούσε κι ο ήλιος με ζέσταινε πολύ, αλλά ο τόπος ασκούσε πάνω μου μια επίδραση αλλόκοτη… Δεν ήθελα να φύγω… Η αίσθηση του αιώνιου, του άφθαρτου χόρευε τριγύρω. Σαν να είχε σταματήσει ο χρόνος, και τα καθημερινά πάθη δεν είχαν πια αξία… Σαν να μην μπορούσαν να σταθούν εκεί… Ξορκίζονταν και χάνονταν… Και στην ψυχή και στο νου μου απλώθηκε λύτρωση…